διαταραχές των λεκτικών ήχων (speech-sound disorders) είναι ίσως η πιο γνωστή ομάδα διαταραχών που σχετίζονται με τη λογοθεραπεία. Σε αυτό συμβάλει η συχνότητα εμφάνισής τους στον πληθυσμό (ειδικά στα παιδιά), καθώς και η ευκολία στο να γίνουν αντιληπτές από ένα τρίτο άτομο. Οι διαταραχές των λεκτικών ήχων χωρίζονται σε δύο μικρότερες υποομάδες, τις αρθρωτικές και τις φωνολογικές διαταραχές. Αν και είναι συχνό στα εγχειρίδια να περιγράφονται μαζί, οι διαταραχές αυτές έχουν διαφορετικό υπόβαθρο αφού οι μεν (άρθρωσης) αφορούν την ομιλία και οι δε (φωνολογικές) το λόγο/τη γλώσσα. Η διάκριση και η διαφοροδιάγνωση είναι σημαντική καθώς η θεραπευτική προσέγγιση μπορεί να διαφέρει αρκετά στην κάθε υποομάδα. Το κείμενο που ακολουθεί απευθύνεται σε γονείς, μέλη οικογενείας, φίλους και άλλα άτομα, που σχετίζονται με παιδιά (ή ενήλικες) με διαταραχή στους λεκτικούς ήχους, και θέλουν να μάθουν περισσότερα.

Τι είναι οι Διαταραχές των Λεκτικών Ήχων;

Καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν και μαθαίνουν καινούριες "φωνούλες" (λεκτικούς ήχους) είναι πιθανό να κάνουν λάθη "προφοράς" και να λένε κάποιες λέξεις λίγο διαφορετικά (π.χ., σέλω αντί θέλω, λόδα αντί ρόδα). Τα λάθη αυτά θεωρούνται διαταραχή όταν η συστηματική τους εμφάνιση συνεχίζεται και μετά από μία ορισμένη ηλικία, διαφορετική για κάθε λεκτικό ήχο (φώνημα). Για παράδειγμα, το "ρ" (/r/) είναι από τα τελευταία φωνήματα που κατακτούν τα παιδιά, περίπου στα 5;6 έτη. Επομένως, στην περίπτωση ενός παιδιού 8;0 ετών που το "ρ" παράγεται εσφαλμένα (ή καθόλου) μπορεί όντως να υπάρχει διαταραχή. Ωστόσο, δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο και για την περίπτωση ενός παιδιού 4;0 ετών το οποίο δεν έχει φτάσει ακόμη στην ηλικία της φυσιολογικής κατάκτησής του.

Οι αρθρωτικές διαταραχές αφορούν αποκλειστικά την ομιλία και την παραγωγή ενός ήχου ενώ οι φωνολογικές εμπλέκουν επιπλέον συστήματα επεξεργασίας και αφορούν την συνολική "γνώση" ενός φωνήματος, των χαρακτηριστικών του, καθώς και των κανόνων του.

Εμφανίζονται και στους ενήλικες οι διαταραχές αυτές;

Ναι, οι διαταραχές στους λεκτικούς ήχους υφίστανται και στους ενήλικες. Άλλοι ενήλικες το φέρουν από την παιδική τους ηλικία, ενώ άλλοι το αποκτούν στην ενήλικη ζωή τους (π.χ., μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο ή μετά από κάποια κρανιοπροσωπική βλάβη).

Σχετικά με τις διαταραχές της άρθρωσης, είναι συχνό φαινόμενο οι ενήλικες που μεγάλωσαν με μία τέτοια διαταραχή να αποφεύγουν να αναζητήσουν βοήθεια για θεραπεία καθώς πλέον τη θεωρούν μέρος της ιδιολέκτου τους, και ένα κομμάτι του εαυτού τους που τους κάνει ξεχωριστούς. Οι φωνολογικές διαταραχές από την άλλη, εξελίσσονται διαφορετικά και είναι αρκετά πιθανό εάν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα να εξελιχθούν στην ενήλικη ζωή σε διαταραχές ανάγνωσης (δυσλεξία, για περισσότερα βλ. εδώ)

Πως γίνεται η διάγνωσή τους;

Γενικά, ο υπεύθυνος για την αξιολόγηση και τη διάγνωση των διαταραχών αυτών είναι ο λογοθεραπευτής ο οποίος αξιολογεί το ενδιαφερόμενο άτομο (παιδί ή ενήλικα) και αποφασίζει αν η ομιλία του παρεκκλίνει από το τυπικό σύμφωνα με σταθμισμένα δεδομένα ή/και τεστ. Εκτός από το δείγμα ομιλίας που θα πάρει εξετάζει και τον μηχανισμό της ομιλίας με στοματοπροσωπικό έλεγχο και ελέγχει τις γλωσσικές και επικοινωνιακές ικανότητες γενικότερα. Αν τα λάθη στην ομιλία του δεν είναι τα κατάλληλα για την ηλικία του ή αν δεν είναι χαρακτηριστικά της διαλέκτου (ή προφοράς) του τότε ο λογοθεραπευτής θα προτείνει λογοθεραπευτική παρέμβαση.

Ποια είναι τα πιο συχνά συμπτώματα;

Στην αρθρωτική διαταραχή το πρόβλημα βρίσκεται στο να παραχθεί ένας ήχος (φώνημα) σωστά μεμονωμένα. Οι ήχοι αντικαθίστανται, παραλείπονται ή παραμορφώνονται. Αυτά τα λάθη μπορεί να κάνουν την ομιλία ακατάληπτη (ακατανόητη στον ξένο κόσμο).

Για παράδειγμα πολλά μικρά παιδιά παράγουν αντί για το «σ» έναν ήχο που μοιάζει με το «θ» (με εξώθηση γλώσσας). Αν συνεχίσουν να το κάνουν αυτό και μετά από μία συγκεκριμένη ηλικία τότε ίσως να μιλάμε για αρθρωτική διαταραχή.

Δεν σημαίνει πάντα όμως ότι μία αλλοίωση ή μία παράληψη είναι και διαταραχή. Για παράδειγμα σε κάποιες διαλέκτους και σε κάποιους νεανικούς τρόπους ομιλίας μπορεί να «επιτρέπονται» τέτοιες διαφορετικές προφορές. Παρ’ όλα αυτά αν κάποιος θέλει να αλλάξει την προφορά του σε κάτι πιο κοντά στην Κοινή Νέα Ελληνική τότε αιτιολογείται παρέμβαση.


Στη φωνολογική διαταραχή το πρόβλημα βρίσκεται σε φωνολογικό επίπεδο και έτσι εμπλέκονται μοτίβα και λάθη κανόνων. Για παράδειγμα η συστηματική αντικατάσταση όλων των συμφώνων που παράγονται στο πίσω μέρος του στόματος (π.χ., «κ» και «γκ») με σύμφωνα που παράγονται στο πρόσθιο μέρος.

Δηλαδή το παιδί μπορεί να λέει «τουπί» αντί για «κουπί» και «ντάζι» αντί για «γκάζι». Μπορεί επίσης το μοτίβο να αφορά τα συμπλέγματα συμφώνων και ένα παιδί να τα απλοποιεί λέγοντας «πίτι» αντί για «σπίτι» ή «κούκα» αντί για «κούκλα». Επίσης δεν είναι σπάνιο ένα παιδί να μην έχει κατακτήσει καν έναν ήχο (τη φωνολογική του αναπαράσταση) ενώ έχει περάσει κατά πολύ το ανώτατο ηλικιακό όριο και επομένως είτε να μην την παράγει καθόλου είτε να την αντικαθιστά με κάποια άλλη (π.χ., τα «θ» και «δ» με τα «φ» και «β»). Όλα αυτά μπορεί να είναι «φυσιολογικά» σε κάποιες μικρές ηλικίες που ακόμα τα παιδιά κατακτούν τη γλώσσα, αλλά δεν αναμένονται σε μεγαλύτερες. Αν ένα παιδί συνεχίζει να παρουσιάζει λάθη όπως τα παραπάνω, τότε ίσως ελοχεύει φωνολογική διαταραχή.


Είναι η προφορά διαταραχή;

Η προφορά είναι ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο μιλάει μία συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων (συνήθως σε ένα συγκεκριμένο τόπο) που έχει την ίδια μητρική γλώσσα και είναι φυσικό χαρακτηριστικό των γλωσσών. Δεν αποτελούν διαταραχή. Αν κάποιος θέλει να αλλάξει τη (διαλεκτική) προφορά του τότε ο λογοθεραπευτής μπορεί να δουλέψει την τροποποίηση της προφοράς.

Τι προκαλεί τις Διαταραχές των Λεκτικών Ήχων;

Πολλές διαταραχές των λεκτικών ήχων είναι ιδιοπαθείς και εμφανίζονται χωρίς κάποια γνωστή αιτία. Αυτό συμβαίνει στο περίπου 60% των φωνολογικών διαταραχών. Στις αρθρωτικές διαταραχές, το άτομο "γνωρίζει" ένα φώνημα αλλά για διάφορους λόγους (συνήθως φυσιολογικούς ή ανατομικούς) δεν μπορεί να το παράγει σωστά. Οι πιο συχνές αιτίες είναι η εσφαλμένη "μάθηση" (κατάκτηση) ή κάποια στοματοπροσωπική (π.χ., σχιστία ή μεγαλογλωσσία) ή νευρομυική διαταραχή.

Μία άλλη περίπτωση είναι οι διαταραχές των λεκτικών ήχων να είναι συμπτώματα πιο σύνθετων και σοβαρών καταστάσεων όπως:

  • Αναπτυξιακές διαταραχές (π.χ.: Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος)

  • Γενετικά σύνδρομα (π.χ.: σύνδρομο Down)

  • Βαρηκοΐα

  • Νευρολογικές διαταραχές

  • Ψυχοκοινωνικά αίτια

Τέλος, παιδιά που εμφανίζουν αρκετά συχνά λοιμώξεις του αυτιού (π.χ.: ωτίτιδες) σε μικρές ηλικίες είναι σε κίνδυνο ανάπτυξης διαταραχών των λεκτικών ήχων.


Πόσο συχνές είναι οι διαταραχές αυτές;

Μία μελέτη του 2000 υπολόγισε ότι το 2% με 25% των παιδιών στις ηλικίες 5-7 ετών έχει κάποια διαταραχή των λεκτικών ήχων. Επίσης είναι λίγο πιο συχνές στα αγόρια απ’ ό,τι στα κορίτσια.


Ποιες είναι οι διαθέσιμες θεραπείες;

Οι λογοθεραπευτές παρέχουν θεραπεία για τη βελτίωση της άρθρωσης συγκεκριμένων ήχων και τη μείωση των λαθών. Η διάρκεια της θεραπείας ποικίλει ανάλογα με τη σοβαρότητα της διαταραχής και το πλήθος των ήχων που πρέπει να δουλευτούν.

Η θεραπεία για την άρθρωση μπορεί να περιλαμβάνει την επίδειξη του τρόπου με τον οποίο θα αρθρωθεί ένας ήχος (μοντελοποίηση), την εκμάθηση να ξεχωρίζει ένα άτομο ποιους ήχους λέει λάθος και ποιους όχι και η εξάσκηση των ήχων σε διάφορες λέξεις. Η θεραπεία φωνολογικών διαδικασιών μπορεί να περιλαμβάνει την εκμάθηση των κανόνων που μπορεί να συνδέονται με ένα ήχο ώστε να παράγονται σωστά.


Χρήστος Παπατζάλας, PhD

λογοθεραπευτής-λογοπαθολόγος




(Προσαρμοσμένο, από το επίσημο site του Αμερικανικού Συλλόγου Ακοής Ομιλίας Λόγου http://www.asha.org/public/speech/disorders/SpeechSoundDisorders)