Διαταραχές λόγου (γλωσσικές)

Διαταραχή στο λόγο (ή αλλιώς στη γλώσσα) σημαίνει βλάβη ή βλάβες στα 5 κύρια επίπεδα της γλώσσας: σύνταξη, σημασιολογία, μορφολογία, φωνολογία και πραγματολογία. Επίσης μπορεί να είναι αποτέλεσμα βλάβης σε άλλα γνωστικά συστήματα που συνδέονται με τη νόηση, όπως για παράδειγμα από κάποια βλάβη στις επιτελικές λειτουργίες ή τη μακρόχρονη μνήμη. 


Η διαταραχή μπορεί να εμφανίζεται μόνη της και να είναι πρωτοπαθής (δηλαδή να μην υπάρχει άλλο πρόβλημα), μπορεί όμως να είναι και σύμπτωμα κάποιας σοβαρής και πολύπλοκης πάθησης (όπως π.χ.: διαταραχές αυτιστικού φάσματος, σύνδρομο Down, κρανιοεγκεφαλική κάκωση, εγκεφαλικό επεισόδιο κ.α).


Παρακάτω αναφέρονται επιγραμματικά ορισμένες διαταραχές στο λόγο* (πρωτοπαθείς ή συμπτώματα σοβαρότερων διαταραχών).  

Αναπτυξιακές (παιδιά και έφηβοι)


Πρόκεται για μία αρκετά συχνή διαταραχή του λόγου στις παιδικές ηλικίες κατά την οποία τα παιδιά δεν αναπτύσσουν γλωσσικές δεξιότητες αντίστοιχες με αυτές των συνομηλίκων τους. Οι δυσκολίες μπορεί να αφορούν τη μορφή της γλώσσας (φωνολογία, μορφολογία, σύνταξη), το περιεχόμενο (σημασιολογία), την χρήση (πραγματολογία), ή ένα συνδυασμό αυτών. Μπορεί να επηρεαστεί τόσο η παραγωγή όσο και η κατανόηση του λόγου, ενώ η σοβαρότητα ποικίλει από σχετικά ήπια (π.χ., ο λόγος του παιδιού να περιέχει μερικά γραμματικά λάθη) έως πολύ σοβαρή (π.χ., πλήρης ανικανότητα μεταβίβασης επιθυμιών, αναγκών, και συναισθημάτων από το παιδί). 

Σπάνια η διαταραχή αυτή είναι πρωτοπαθής, δηλαδή εμφανίζεται μόνη της ως το μοναδικό σύμπτωμα. Συνήθως υπάρχουν άλλοι παράγοντες, νευροαναπτυξιακοί (π.χ., νοητική στέρηση, διαταραχές αυτιστικού φάσματος), αισθητηριακοί (π.χ., βαρηκοϊα), ή ψυχοκοινωνικοί (π.χ., κακοποίηση/εγκατάλειψη), οι οποίοι επηρεάζουν τη φυσιολογική ανάπτυξη του γλωσσικού συστήματος του παιδού. 

Συμπτώματα:

Τα συμπτώματα ποικίλουν ανάλογα το είδος και τη σοβαρότητα της διαταραχής, αν και είναι κοινό φαινόμενο τα παιδιά με Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή να αργούν να μιλήσουν (μπορεί και μετά τα 2;0 έτη). Μπορεί να έχουν φτωχό λεξιλόγιο, να δυσκολεύονται να μάθουν νέες λέξεις, να έχουν κακή κατανόηση (ειδικά όταν πρόκειται για μεγάλες προτάσεις), να κάνουν πολλά λάθη γραμματικής (π.χ., θέλει παίξω), να μπερδεύουν μεγάλες και πολύπλοκες λέξεις (π.χ., "λαλαΐο" αντί για λεωφορείο), και να δυσκολεύονται στην παρακολούθηση συζήτησης (κατάλληλης της ηλικίας τους).


Όταν η Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή είναι πρωτοπαθής, ονομάζεται Ειδική Γλωσσική Διαταραχή. Πρόκειται δηλαδή για τη διαταραχή στην κατάκτηση της γλώσσας ενώ το παιδί έχει φυσιολογική νοημοσύνη και γενικότερα φυσιολογική ανάπτυξη. Για να γίνει η διάγνωσή της πρέπει πρώτα να αποκλειστούν όλες οι υπόλοιπες πιθανές διαταραχές. Για παράδειγμα πρέπει πρώτα να εξακριβωθεί ότι δεν υπάρχει κάποιο νευρολογικό πρόβλημα ή κάποια νοητική υστέρηση ή ίσως πρέπει να αποκλειστούν οι διαταραχές ακοής (κώφωση ή βαρηκοΐα).

Συμπτώματα:

Τα συμπτώματα είναι παρόμοια με αυτά της Αναπτυξιακής Γλωσσικής Διαταραχής που προαναφέρθηκαν, αν και αξίζει να αναφερθεί ότι οι γραμματικές ικανότητεες είναι ιδιαίτερα επηρεασμένες.



Πρόκειται για όρο-ομπρέλα αφού περιλαμβάνει αρκετές νευροαναπτυξιακές διαταραχές. Κοινό χαρακτηριστικό είναι τα ψυχοκοινωνικά και επικοινωνιακά/γλωσσικά προβλήματα (συμπεριφορικά, κοινωνικά, αισθητηριακά, επικοινωνιακά και γλωσσικά). Ο όρος "φάσμα" σημαίνει ότι τα χαρακτηριστικά και η σοβαρότητα ποικίλουν από παιδιά πολύ λειτουργικά που ελάχιστα διαφέρουν από τον τυπικό πληθυσμό έως παιδιά που δεν είναι καθόλου λειτουργικά και χρειάζονται εντατική και καθημερινή φροντίδα. Νοητικά ελλείμματα μπορεί να υπάρχουν, μπορεί και όχι (μόνο το 1/3 βρίσκεται στο μέσο όρο, αλλά υπάρχουν αρκετά μεθοδολογικά ζητήματα των ερευνών που το υποστηρίζουν).

Συμπτώματα:

Όσον αφορά τις επικοινωνιακές και γλωσσικές ικανότητες, παρατηρείται διαταραγμένη πραγματολογία και χρήση της γλώσσας, δηλαδή τι πρέπει να πει, πότε και πολλές φορές με ποιον τρόπο (προσωδία). Επίσης μπορεί να υπάρχει δυσκολία στην ακολούθηση εντολών, την παραγωγή μορφασμών, τη συμμετοχή σε συζητήσεις, την κατανόηση μεταφορικής γλώσσας, και την ανάγνωση και τη γραφή.

Συμπεριφορικά, συνήθως παρατηρούνται εμμένουσες ηχολαλίες, κρίσεις θυμού για την έκφραση αναγκών και ιδεοψυχαναγκαστικές συμπεριφορές (ιδεοληψίες και καταναγκασμοί). 



Πρόκειται για νευροαναπτυξιακή διαταραχή στην οποία επηρεάζεται η διατήρηση της προσοχής, ο έλεγχος της συμπεριφοράς και οι επιτελικές λειτουργίες. Σχεδόν πάντα συνυπάρχει με υπερκινητικότητα. Αν και τα ακριβή αίτια θεωρούνται άγνωστα στις περισσότερες περιπτώσεις, τα τελευταία χρόνια ενοχοποιούνται δύο συγκεκριμένοι νευροδιαβιβαστές (ντοπαμίνη και νορεπινεφρίνη) καθώς επίσης και η διαφορετική ανατομία του εγκεφάλου.

Ο λόγος συνήθως επηρεάζεται με δύο τρόπους: α) κακή κατανόηση και επεξεργασία γλωσσικών πληροφοριών και β) προβλήματα στην κατάκτηση λόγου και ομιλίας.

Συμπτώματα:

Οι γλωσσικές και μαθησιακές ικανότητες παρουσιάζουν τα εξής χαρακτηριστικά: δυσκολία στη συγκέντρωση, ασύνδετες σκέψεις, δυσκολίες διατήρησης προσοχής, απόδοση που εξαρτάται από την άσκηση, ταχύτατη εναλλαγή δραστηριοτήτων, δυσκολία  ακόμα και να παραμείνει στη θέση του, έντονη παρορμητικότητα.



Γενετική διαταραχή (τρισωμία 21), η οποία επηρεάζει τη γενικότερη ανάπτυξη του παιδιού κυρίως νοητικά/γνωστικά (αλλά και γλωσσικά). Πρόκειται για σύνδρομο άρα υπάρχουν ίδια χαρακτηριστικά (ειδικά του προσώπου) αλλά παρ' όλα αυτά η σοβαρότητα διαφέρει. Μερικά χαρακτηριστικά που αφορούν τη λογοθεραπεία είναι: ελλείμματα ακοής, στοματοκινητικά  ελλείμματα, φτωχές γνωστικές ικανότητες, δυσφαγία, καθυστέρηση στην ανάπτυξη και γενικότερα ελλείμματα σε όλα τα επίπεδα του λόγου (γλώσσας) και της ομιλίας.

Σχεδόν πάντα υπάρχει κάποιο νοητικό έλλειμμα αλλά ο βαθμός της ΝΥ διαφέρει από παιδί σε παιδί. Ο μωσαϊκός τύπος του συνδρόμου Down έχει λιγότερα ελλείμματα γνωστικά και γλωσσικά.

Η πρώιμη παρέμβαση και θεραπεία από όλες τις εμπλεκόμενες ειδικότητες είναι πολύ σημαντικός παράγοντας ώστε να  αξιοποιείται κάθε φορά το μέγιστο των δυνατοτήτων του παιδιού. Επίσης σημαντική είναι η βασική εκπαίδευση (ειδικό,  κανονικό σχολείο).

Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχουν πολύ θετικά αποτελέσματα από συνεκπαίδευση σε κανονικά σχολεία, δηλαδή από φοίτηση και σε κανονικά σχολεία για κάποια χρόνια για την ανάπτυξη των κοινωνικών και πραγματολογικών  δεξιοτήτων. 

Επίκτητες (κυρίως ενήλικες)

Η αφασία προκαλείται από βλάβη στις περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με τη γλώσσα. Η πιο συχνή αιτία είναι τα Αγγειακά Εγκεφαλικά Επεισόδια (ή απλώς εγκεφαλικά) και μάλιστα πολλές φορές χωρίς όμως να αποκλείονται άλλες, όπως: κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις (ΚΕΚ), όγκοι, ή άλλες νευρολογικές νόσοι. Η αφασία μπορεί να επηρεάσει όλες τις μορφές της επικοινωνίας (ομιλία, κατανόηση, ανάγνωση και γραφή) αλλά όχι με τον ίδιο τρόπο. Για παράδειγμα, ένα άτομο με αφασία μπορεί να βρίσκει πιο δύσκολο να μιλάει απ’ ό,τι να διαβάζει, ενώ κάποιος άλλος ίσως να δυσκολεύεται περισσότερο στην ανάγνωση απ’ ό,τι στη γραφή. 

   Η αφασία μπορεί να είναι προσωρινή ή μόνιμη και η αποκατάστασή της εξαρτάται από αρκετούς παράγοντες όπως: σοβαρότητα της βλάβης, ηλικία, κίνητρο και συνεργασία στην αποκατάσταση.

Συμπτώματα:

Τα συμπτώματα διαφέρουν ανάλογα το είδος της αφασίας. Στις ρέουσες αφασίες (π.χ.: αφασία Wernicke) τα προβλήματα βρίσκονται συνήθως στην εύρεση και την παραγωγή των κατάλληλων λέξεων αλλά και στην παραγωγή ολοκληρωμένων και μεγάλων προτάσεων. Επίσης δεν είναι σπάνιο η κατανόηση να είναι πολύ καλύτερη από την παραγωγή λόγου και το άτομο να μπορεί να καταλαβαίνει τα πάντα από αυτά που ακούει, να γνωρίζει τι θέλει να πει αλλά να μην μπορεί να το πει. Στις μη ρέουσες αφασίες (π.χ.: αφασία Wernicke) ο λόγος φαίνεται να έχει ροή, όμως είναι γεμάτος με ψεύτικες λέξεις (ψευδολέξεις ή jargon) ή λέξεις που χρησιμοποιούνται λανθασμένα. Τα άτομα με ρέουσες αφασίες πιθανόν να μην έχουν επίγνωση ότι ο λόγος τους στερείται σημασίας ή είναι ακατανόητος κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε εκνευρισμό από πλευράς συνομιλητή.

Συνοπτικά τα συμπτώματα μπορεί να είναι: φωνολογικά λάθη (λάθη στην «προφορά των λέξεων), σημασιολογικά λάθη (λάθη στη σημασία ή παραγωγή άσχετων λέξεων),  επαναλήψεις λέξεων, εμμονικές απαντήσεις (επιμονή σε μία απάντηση ενώ έχει αλλάξει η ερώτηση), προβλήματα κατονομασίας (αδυναμία παραγωγής λέξης ενώ γνωρίζει τη λειτουργία της), απραξικά λάθη (αδυναμία σωστής τοποθέτησης των ήχων στη σωστή σειρά, «σαρδάμ»).



Πρόκειται για τη διαταραχή του λόγου που προκύπτει είτε λόγω εμφάνισης όγκου στον εγκέφαλο είτε λόγω της χειρουργικής του αφαίρεσης. Αν και συνήθως δεν διακρίνεται από τις υπόλοιπες αφασίες αγγειακής φύσεως, έχει ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που την κάνει να ξεχωρίζει. Μερικά από αυτά που αφορούν τα συμπτώματα είναι:

 


Γενικά ως άνοια ορίζεται η απώλεια των ικανοτήτων σκέψης, μνήμης και λογικής η οποία είναι τόσο σοβαρή ώστε να επηρεάζεται η λειτουργικότητα ενός ατόμου στην καθημερινότητα. Δηλαδή, δεν πρόκειται μόνο για την απλή απώλεια μνήμης λόγω ηλικίας αλλά για μία κατάσταση γενικευμένης γνωστικής έκπτωσης  με προβλήματα αυτοσυντήρησης, επίλυσης απλών προβλημάτων και λήψη απλών αποφάσεων, διατήρηση της προσοχής, πληρωμή λογαριασμών κ.α.

Ο όρος άνοια δεν αναφέρεται σε κάποια συγκεκριμένη νόσο αλλά σε ένα γενικό σύνδρομο, μία ομάδα συμπτωμάτων που εμφανίζονται πάντα μαζί. Οι αιτίες της επομένως είναι αρκετές, άλλες ιάσιμες και άλλες όχι. Οι μη ιάσιμες συνήθως παρουσιάζουν και μία συνεχή επιδείνωση με την πάροδο του χρόνου. Ανάλογα με την αιτία που την προκαλεί, διαφέρει και ο υπότυπος. Οι πιο συχνοί υπότυποι είναι:

Συμπτώματα:

Τα συμπτώματα είναι σε γενικές γραμμές τα ίδια, αλλά λόγω των διαφορετικών αιτιών μερικές φορές διαφέρουν ανάλογα τη νόσο. Για παράδειγμα στην Προοδευτική Πρωτοπαθή Αφασία, η οποία θεωρείται μία μορφή άνοιας, τα συμπτώματα αφορούν κυρίως το λόγο (γλώσσα).



Η άνοια της νόσου Alzheimer είναι η συχνότερη αιτία άνοιας, αφού αποτελεί το 80% των περιπτώσεων και είναι εξαιρετικά συχνή σε ηλικίες άνω των 85 ετών. Εκτός από τα παραδοσιακά συμπτώματα των ανοιών που αφορούν τη νόηση (μνήμη και σκέψη) υπάρχουν και αρκετά γλωσσικά προβλήματα τα οποία εντοπίζονται α) στην κατονομασία (αδυναμία εύρεσης της κατάλληλης λέξης), β) την παρακολούθηση συζήτησης και γ) τις δυσκολίες έκφρασης μέσω της γλώσσας και της ομιλίας. Τα προβλήματα αυτά μπορεί να εμφανιστούν ακόμα και στα αρχικά στάδια της νόσου ή σε ήπιες μορφές. Σε πιο μεταγενέστερα στάδια τα γνωστικά ελλείμματα μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και σε πλήρη αλαλία.

Η διάγνωσή της είναι δύσκολη στα αρχικά στάδια, και πάντα γίνεται με βάση την κλινική εικόνα. Αν και τα ακριβή αίτια και η θεραπεία δεν είναι γνωστά, έχουν εντοπιστεί κάποιοι παράγοντες κινδύνου που εμφανίζονται συστηματικά στα άτομα με άνοια της νόσου Alzheimer: α) η ηλικία, β) τα έτη εκπαίδευσης, γ) το φύλο (περισσότερο προσβάλει γυναίκες) και δ) τέλος το χαμηλό επαγγελματικό και εκπαιδευτικό επίπεδο. 



​Πρόκειται για τη γλωσσική διαταραχή που μπορεί να προκληθεί από βλάβη στη δεξιά πλευρά του εγκεφάλου (στο δεξί ημισφαίριο). Αν και από πλευράς επικοινωνιακών ικανοτήτων στους περισσότερους ανθρώπους  το αριστερό είναι το ημισφαίριο που έχει τις βασικές γλωσσικές λειτουργίες, στην ολοκληρωμένη και επιτυχημένη επικοινωνία συμμετέχει και το δεξί.  

Γενικά, οι επικοινωνιακές διαταραχές που προκαλούνται από βλάβες του δεξιού ημισφαιρίου είναι διαφορετικές από τις αντίστοιχες που προκαλούνται από βλάβες του  δεξιού ημισφαιρίου και αφορούν κυρίως τη χρήση του λόγου (πραγματολογία), τον επιτονισμό και την προσωδία και τέλος τις σημασιολογικές σχέσεις.

Συμπτώματα:

Ένα άτομο με Βλάβη Δεξιού Ημισφαιρίου μπορεί να παρουσιάσει τα εξής προβλήματα: δυσκολίες παρακολούθησης και εμπλοκής σε συζήτηση, φτωχή βλεμματική επαφή, παραγωγή ασυνάρτητων ή ακατάλληλων σχολίων, δυσκολίες παραγωγής και κατανόησης μεταφορικού λόγου, παραβιάσεις εναλλαγής σειράς. Επίσης μπορεί να παρουσιάζουν προβλήματα στην κατανόηση του χιούμορ, στην κατάλληλη αντίδραση σε συναισθήματα και τέλος στην έκφραση προθέσεων και συναισθημάτων μέσω της προσωδίας και του επιτονισμού.



(tba)

* Αναφέρονται κυρίως οι πρωτοπαθείς καθώς είναι αδύνατον να καλυφθούν όλες οι νευροαναπτυξιακές και ψυχοκοινωνικές παθήσεις που δημιουργούν προβλήματα στο λόγο. Η ταξινόμηση δεν ακολουθεί κάποιο επίσημο διαγνωστικό εργαλείο.